14 Ιουλ 2010

Επίγνωση σφαλιάρας



Επίγνωση = πλήρης κατανόηση της σημασίας κάποιας κατάστασης
Σφαλιάρα = (ιταλ.) ισχυρό ράπισμα στο πρόσωπο ή στο σβέρκο με την παλάμη του χεριού.

«Κι όπου βγάλει το ταξιδάκι αυτό», είχα επαναλάβει αρκετές φορές στην διάρκεια της λιγοήμερης ερωτικής μας εκδρομής και είχα αφεθεί ενσυνείδητα στις δίνες του πρώιμου καλοκαιρινού καύσωνα μιας από χρόνια προσδοκώμενης διαπροσωπικής άφεσης, του χαλαρώματος εκείνου, όπου δείχνω αμέριστα ένα μέρος του απόκρυφου Εγώ μου προσδοκώντας να το μεριστεί και το επιλεγμένο ταίρι μου και να ανταποκριθεί.

Δεν ανταποκρίθηκες, δεν αφέθηκες στους άπνοους θερινούς νοτιάδες, ίσως ζεστάθηκες πολύ, πήρες το τιμόνι στα χέρια σου και επιστρέψαμε άσκοπα στα μοναχικά και σίγουρα  λιμανάκια της συνήθειας του καθενός μας.

Επιστρέφοντας ένιωθα σ όλη την διαδρομή την ανάγκη να μεθύσω και να ξεράσω. Να ξεράσω όλα αυτά που με είχαν μπλοκάρει στον μήνα της γνωριμίας και της επαφής μας. Σ όλο αυτό τον εμπαθή για μένα μήνα δεν καταλάβαινα γιατί δεν μπορούσα να βγάλω λεξούλα από μέσα μου και να την καταγράψω συνειδητά, να χωνέψω δηλαδή τα τεκτόμενα μου και να τα εκβράσω στην φυσική διαδικασία ανακύκλωσης των, όπου το αίσθημα γίνεται πνευματική ανάγκη συντροφιάς, η ερωτική κραυγή χρεία σωματικής εκσπερμάτωσης, το χάδι ένα ενστικτώδες βίωμα της αφής μας, το ερωτύλο ψιθύρισμα αντίστοιχο πηγαίο της ακοής όπως και τα λάγνα βλέμματα μου που φωταγωγούσαν τις καμπύλες σου.

Μέθυσα εσκεμμένα και χαζεύω τώρα στην λεκάνη του αποπάτου τα αποκαΐδια ενός βιαστικά προκλημένου έρωτα. Να ένας κίτρινος σβώλος έγινε το χάδι, καφετί μύξα δυο φιλιά και κοκκινωπή βλέννα τρεις επανωτοί οργασμοί.

Προανήγγειλες το ράπισμα σου το πρωινό της αναχώρησης μας μετά από μια σχεδόν ακοίμητη νυχτιά καύσωνα όπου οι τοίχοι του δωματίου έσταζαν τον ιδρώτα που έτρεχε ενοχλητικά ανάμεσα στα πλούσια στήθη σου και τον αισθανόσουν το ίδιο ενοχλητικό όπως τα τσιμπήματα των κουνουπιών. Δεν ήταν σαν τον ιδρώτα της ερωτικής σύζευξης που τον νιώσαμε ευεργετικά αλλά δεν θέλησες να τον αρδέψουμε περισσότερο.

«Πράγματι ροχαλίζεις» είπες.

Την ερώτηση για το ροχαλητό μου την κάνω σε όλες τις συνέκλινες μου, σαν προοίμιο της ιστορίας του Στεφάνου. Ήταν η αφορμή της γυναίκας του να εγκαταλείψει το συζυγικό κρεβάτι. Πήγε ο κακόμοιρος σε γιατρούς, δοκίμασε και γιατροσόφια, έκανε και μια εγχείρηση στην στοματική του κοιλότητα με μόνο αποτέλεσμα να χάσει μέρος της γεύσης του και τελικά δεν το πίστευε και ο ίδιος. Αγόρασε λοιπόν ένα δημοσιογραφικό μαγνητοφωνάκι, που ενεργοποιούταν αυτόματα από ήχο, για να καταγράψει μυστικά τους ενοχλητικούς θορύβους της αναπνοής του. Μετά από μια εβδομάδα δοκιμασίας το μαγνητόφωνο κατέγραψε μόνο τα αγκομαχητά μιας ευτελούς μοιχείας της γυναίκας του στην εθισμένη κλίνη τους.
Το δανείστηκα για να τεστάρω κι εγώ τον ενδεχόμενο ρόγχο μου μοναχικά αλλά και με μία τυχαία συγκλίνουσα... 3 βδομάδες ηχητικής αδράνειας με μόνες εξαιρέσεις τους ερωτικούς αχούς.

Με παραξένεψε το προοίμιο σου και  σε κοίταξα βαθιά στα μάτια προλογίζοντας την συνεχεία του ειρμού της διπλωματίας σου.

«Χαίρομαι που σήμερα θα κλείσουμε 2 μονόκλινα δωμάτια σε ξενοδοχείο»! είπες

Εμβάθυνα λιγάκι στα μάτια σου και σε ρώτησα αν είσαι σίγουρη.

«Ναι!» απάντησες..

Εκεί ερυθρίασε το μάγουλο μου. Τι κατραπακιά ήταν αυτή!!!!!!

Προχθές το πρωί με μια δονχουανιστική στύση να με κυριαρχεί, θέλησα να σε βιάσω με ελληνικότατη συνήθεια άγρια, να σου σπάσω το Εγώ σου και να επιβάλλω το δικό μου αρσενικό, αλλά δεν μου το επέτρεψε το κεφάλι μου! Αυτομόλησα ίσως παρατώντας την ασπίδα μου.

Μαμώ τα όρια μας!!!!! Του εγκέφαλου μας εννοώ!

Πόνεσε πολύ η σφαλιάρα σου, αν και το έπαιξα πολύ τσίλι.

Γιατί;;;;

Ναι!!! Δεν πηδηχτήκαμε τόσο ένστικτα ζωικά, όσο στο πρώτο πενθήμερο μας! Μου είχες ήδη εκμυστηρευτεί, ότι είσαι ανεκπλήρωτα ερωτευμένη. Αλλά γιατί αυτός ο έντεχνος  διαχωρισμός του σωματικού από τον πνευματικό από την μια νύχτα στην άλλη;;; Την  προηγούμενη της σωματικής μας ευπάθειας δεν ήσουν ερωτευμένη;;;

 Μου δώρισες το «Ίμερος και κλινοπάλη» του Παπαγιώργη κι αν σ ερώτησα 2 φορές, αν σήμαινε κάτι αυτό, αν δηλαδή ήθελες κάτι ενδόμυχο σου να κατανοήσω. Δεν απάντησες σταράτα!

Ουσιαστικά το ίδιο συναπάντημα ήθελα και εγώ. Σαν κι αυτό του Jan Paul με την Simone.
Μα άντε πάλι να θέτω αναπάντητα ερωτήματα και να προανακούω μόνος μου ενδεχόμενες απαντήσεις!
Προχθές δηλαδή στην σωματική μας ερωτική ιεροτελεστία δεν ήσουν νοητικά πληρωμένη;;; Πως διαχώρισες τότε το σώμα από το μυαλό;;;

Και που χωρίζω, αν τον χωρίζω, εγώ τον σωματικό με τον πνευματικό ερώτα;;;;

Τι είναι η «σωματίλα» και τι η «ερωτικιά πνευματίλα»:

Στο πρώτο διέπρεψα, επειδή το ήθελα. Στο δεύτερο απέτυχα επειδή δεν το δέχτηκες, νομίζω!

Το ξέρω και το αισθάνθηκα, ότι δεν πηδηχτήκαμε ζωικά! Θέλησα να ξεπεράσω το μέσα μου ζώο και απέτυχα!

Σκέφτηκα στην μέθη μου να επιζωθώ την βόμβα της αθανασίας του γήινου νου για τα Ουρί του Παραδείσου αφού δεν τα βρίσκω εδώ. Αλλά μετάνιωσα και μάλλον θα ψάχνω να βρω μια άλλη βάρκα μ ένα σταυροποδισμένο κορίτσι μέσα της, να λύσω τα σχοινιά της και να αφεθώ μαζί της σε καλοδεχούμενους αέρηδες που ίσως μας οδυσσεύσουν σε κάποια Ιθάκη.

Το φακιόλι που φορούσες, εν μέρει κατά παράκληση μου, είχε ένα χλωμό κιτρινωπό χρώμα παρακμής. Δεν ήταν φανταιζί! Το καράβι θραύτηκε σε κάποιο ύφαλο και ένα βοτσαλάκι από τα γυάλινα πανιά του  βρήκαμε στο ακρογιάλι που περπατήσαμε χέρι-χέρι.


«Κι όλο νά λες, νά λες, στα βάθη τής νυκτός
για ένα - μέ γυάλινα πανιά - πλοίο πού πάει
Όλο βαθιά, όλο βαθιά, όσο πού πέφτει εκτός:
έξω απ' τον κύκλο των νερών - στα χάη.

Κι όλο νά πνέει, νά μάς ωθεί αυτός ο άνεμος μαζί
πέρ' από τόπους και καιρούς, έως ότου - φως μου -
(καθώς τρελά θα χαιρετάει κείν' η κορδέλα η φανταιζί)
βγούμε απ' την τρικυμία αυτού τού κόσμου»

Δεν υπάρχουν σχόλια: