Προκαταρτικά
Είχε την συνηθισμένη πρωινή της πάρλα.
Της είχα φέρει τα πρωινά της ψωμάκια, έξη της από την αείμνηστη εκείνη
χρονιά σαν au pair girl σε οικογενειακούς φίλους στην Ζυρίχη, για να μάθει το παιδάκι τους λίγα
ελληνικά κι αυτή να βελτιώσει τα γαλλογερμανικά της, και έπινα το καφεδάκι μου
προσποιούμενος μελέτη του αθλητικού μέρους της εφημερίδας, για να μην βλέπει
την έκφραση των ματιών και τις σπασμωδικές διασυστολές των φρυδιών μου.
Σε λίγο θα ξυπνούσε το παιδί και θα το ετοίμαζε, μονολογούσε. Θα το
συνόδευε όπως πάντα παρά τις διαμαρτυρίες του στο σχολείο και μετά θα πήγαινε 'λιγάκι' στην μάνα της, να την γλυκάνει με τα μπουρεκάκια που αγόρασε χτες και
να κανονίσουν και για το λάδι της χρονιάς. (Βρε να τα χέσω εγώ τα 300 λιόδεντρα
στην κάτω Μάνη, που τα παινεύανε σαν να ήταν φυτρωμένα πάνω στα κρανία των
συμμαχητών του Λεωνίδα!)
Θα άναβε δυο κεράκια στους Άγιους Ταξιάρχες μα 12 στους Άγιους Απόστολους
(μεγάλη η χάρη τους) και κατά τις εντεκάμισυ για Cafe Chartreuse verte στην φίλη της την Μαρί (γαλλόφωνα εκμοντερνισμένο από το Μαριγώ) για
κριτική αναθεώρηση των κοινωνικών εξελίξεων.
Κατόπιν για τα καθημερινά οικιακά ψώνια στους χασάπηδες, μπακάληδες, μανάβηδες
και καλλυντικάδες της γειτονιάς (σαν να μην υπήρχε δίπλα ο Μπακαλόπουλος που
έχει πιο φτηνά και της όρνιθας το γάλα!). Θα μου ετοίμαζε και φαγητό για να
φάει ο αφέντης της σαν γυρίσει με το καλό κουρασμένος από την δουλειά (μας έχει
ταράξει στο ντελίβερυ η σουλτάνα μας!).
Μόλις ξύπναγα από τον μεσημεριανό μου υπνάκο ανάπαυσης (μα τι φιλολογημένα
ονομάτιζε το ροχαλητό μου το όραμα των νυχτερινών μου εφιαλτών;;;), θα ήθελε να
επισκεφτεί μαζί μου 2-3 εκθέσεις αυτοκινήτων γιατί το τετραετές σαραβαλάκι της
έπρεπε να αντικατασταθεί επειγόντως. Ένα γρήγορο κουπεδάκι, να σαν αυτό της
Κυρίας Ρένας του προϊσταμένου μου θα την εξυπηρετούσε. Απόρησε, κατόπιν
ολιγοδευτερολέπτου συνωμοτικής σιωπής, για τα χρυσά τους οικονομικά.
Ορθώθηκα εξάφνως, ως κεντρισμένος από κωλόμυγα Τσε-Τσε, και
μουρμουρίζοντας, τι μου τον θύμισες τώρα αυτόν και πρέπει να του παραδώσω μέχρι
τις 10 δωδεκασέλιδη έκθεση του προ τετραετίας ισολογισμού της ILLUSION A.E., απήλθον της μονοτονικής υπέρβαρης συζυγικής στέγης ευχόμενος να γκρεμοτσακιστεί
ταχέως. Δεν θυμάμαι αν την αποχαιρέτησα κάπως και μάλλον κι αυτή δεν μου
ευχήθηκε χαμογελαστά επιτυχή εργασία.
Φυσικά και ήταν από προχτές έτοιμη η οχτασέλιδη έκθεση μου για τον
ισολογισμό της εταιρείας αυτής. Απόμενε μονάχα να εξηγήσω ορισμένες λεπτομέρειες
στον Παύλο (κατά τις 10 που ερχόταν σαν προϊστάμενος) και να επισκεφτούμε μετά
μαζί τα γραφεία της ILLUSION για τελικό έλεγχο,
διορθώσεις, διαπραγματεύσεις και συμβιβασμό, όπου και μας περίμεναν. Λάθη 2,5
εκ. ευρώ είχα ανακαλύψει και φυσικά όχι προς ζημία των.
Είναι άριστος διαπραγματευτής ο Παύλος, γι αυτό ανήλθε, νεότερος μου δη,
τροχάδην την ιεραρχία και σίγουρα κάτι θα κονομούσαμε και οι 2 μας για τα
γεράματα.
Στις μιάμιση είχαμε ήδη ξεμπλέξει και μας ξεπροβόδισαν με χαμογελάκια,
χαιρετούρες και με τις μετοχούλες ευγνωμοσύνης στα Samsonite μας. Βουρ λοιπόν στην τράπεζα για να τις καταθέσω σε λογαριασμό του γόνου
μου, τον οποίο κρατούσα μυστικό και ήμουν ο μοναδικός διαχειριστής.
Διαφαίνονταν μεν άνοδος των δεικτών του Χρηματιστηρίου αξιών αλλά θα τις άλλαζα
σε 2-3 μέρες σε σίγουρα ομόλογα.
Τέλευσε επιτυχώς και προς αμοιβαίο όφελος η σημερινή μου τα μάλλα
κοπιαστική εργασία και είχα μια ωρίτσα ελεύθερη μα και το απαιτούμενο χρήμα για
το εβδομαδιαίο μου παιχνιδάκι. Είχα ειδοποιήσει και σε λίγο πίεσα συνθηματικά
το κουδούνι της εισόδου. Μπροστά στην πόρτα της έκλεισα τα μάτια μου και
ξερόβηξα. Άνοιξε αμέσως και έδεσε τους εξ ονείδους σφαλισμένους μου οφθαλμούς
με περίτεχνα διπλωμένο μεταξωτό φακιόλι, που το φανταζόμουν σε κάποιο φανταιζί
χρωματισμό, χάιδευε απαλά τα βλέφαρα μου και ηδόνιζε την όσφρηση μου με
ανατολίτικα μπαχάρια.
Φιλιά στο στόμα, στα μάτια, στο λαιμό…
Η αφή αντικατέστησε την όραση μου και πλάθω την μορφή της, όπως την δέομαι…
Το κεφάλι της , ριγμένο προς τα πίσω, σ΄ όλη την λαγνεία της άφεσής του.
Όλες οι αισθήσεις κρυφές και μη έρχονται να σπάσουν, σαν κύματα πάνω στην όψη
της.
Πέφτω στο πλευρό. Με το κεφάλι της πάνω στο μπράτσο μου. Το μετάξι των
μαλλιών της γλιστράει ηδονικά πάνω στα νύχια μου. Περνάω το χέρι, από τα στήθια
ως κάτω. Το κοίλωμα της παλάμης μου αγκαλιάζει το δασάκι του αιδοίου της.
Στο πρόσωπό της αγγίζω μια αίσθηση φυσικού πόνου που όσο πάει την κυριεύει.
Τα μαύρα της ματόκλαδα τρεμοπαίζουν και κλείνουν, ενώ τα μισάνοιχτα χείλη της,
έχουν το χρώμα μαραμένων μωβ λουλουδιών. Και είναι το πρόσωπο τούτο γιομάτο
αναμονή, βουβή ικεσία.
Μ’ αρέσει να την βλέπω έτσι. Κερί στην προσμονή. Δεν θα αντέξω πολύ ακόμα…
Τα χέρια μου ξέφρενα την σφίγγουν, διπλώνουν το ολόασπρο βελουδένιο της
κορμί.
Κάθε φιλί και μια κραυγή. Κάθε χάδι πόνος.
Σε κάθε κύμα χαράς , καίγεται, λιποθυμάει, αγωνιά.
Στο βάθος της ηδονής ξαναφτερουγίζουμε
συνάμα
Βυθιστήκαμε στον καταρράχτη που πλημμυρίζει το λιβάδι των αισθήσεων…..
Δεν είχα δει ποτέ μου τον θεσπέσιο σωματικά, νόθο γόνο κάποιου Αγαμέμνονα
της τρωικής εκστρατείας ονόματος Ηλέκτρα από την Σμύρνα. Μ ενδιέφεραν μόνον οι
γνώσεις της σε παίγνια που υποδουλώνουν τον άνδρα στα γυναικεία θέλγητρα. Και
σε τέτοια ήταν παντογνώστης με διεθνή διατριβή.
Στις τρεισήμισι εγκατέλειψα με κεκλεισμένα ματοτσίνορα και αισθησιασμένο μειδίαμα στα χείλη τον
βδομαδιάτικο παιδόχωρο μου αφήνοντας διακριτικά στο γραμματοκιβώτιο της
φακελάκι ευγνωμοσύνης.
Νιώθοντας πολύ εξαγνισμένος και καθόλου αμαρτωλός καθόδευα φιλοσοφίζοντας
προς την οικιακή εστία, που μετά την εκδίωξη της κόρης του Κρόνου και της Ρέας
και την είσοδο του ελέους Παναγιοτήτων ήταν παγωμένη ακόμη και μεσοκαλόκαιρο.
Ναι μεν παντρευτήκαν από σφοδρό έρωτα προ δεκατριετίας και στην γειτονιά
τον ονομάτιζαν Αρχηγό των χαζομπαμπάδων μετά την γέννηση του μοναδικού τους
τέκνου. Για την ανάρρωση όμως του τότε τριετούς μαναριού της, από ασθενή μορφή
ανεμοβλογιάς (είχε κάνει τάματα για τάματα), άρχισαν οι περιοδείες σε
εκκλησιές, παρεκκλήσια, μοναστήρια και εικονίσματα δημοσίων δρόμων της
ευρύτερης περιοχής τους, ανάβοντας καντήλια και λαμπάδες (που μεγέθυναν ανάλογα
με το μπόι του καμαριού τους λες και πήγαινε να ανταγωνιστεί την ΔΕΗ) καθότι
την ευλόγησαν οι πανάγιοι και δεν έγινε
βλογιάρικο το βλαστάρι τους. Είχε καταντήσει ταξιτζής σε ημερησία δοκιμασία, μα
χωρίς κόμιστρα.
Με τις πολλές λαμπάδες άρχισε να σβήνει η δική του φλόγα και να μαραζώνει
το κεράκι του.
Παραπονιόταν που και πότε: «άνδρας σου είμαι και σε ποθούν οι ανάγκες μου»,
μα την μια ήταν σαρακοστή που απαγορεύεται, την άλλη του Αγίου Χαραλάμπους που
βίωσε αναμάρτητος, άσε δε τις νηστείες (άνευ σωματικού αποτελέσματος) τις
ημικρανίες και τις υγρασίες της.
Βρε της έλεγε, ακόμη και ο Λούθηρος πρότεινε δις εβδομαδιαίως, αλλά αυτή
καταριότανε όλους τους αιρετικούς!
Μέχρι που ένας ευγνώμων πελάτης, πριν μερικά χρόνια, τον οδήγησε τραβώντας
τον από το χέρι σαν παιδάκι στην σημερινή εστία της σωματικής του απόλαυσης.
Μα πέρα από τις χαρές του εβδομαδιαίου του παιχνιδιού κάτι του έλειπε. Κάτι
που το αισθανόταν στρογγυλό, διαφορετικό μα ενοποιημένο, κάτι σαν το Γινγκ
Γιάνγκ. Κάτι σαν από κελαηδήματα αηδονιών τιθασευμένο χείμαρρο... Κάτι που να
μπορεί να βυθίζεται και να βυθίζει ψυχή τε και σώματι.
Κατάλαβα ότι προσδοκούσα μ ένα αίσθημα απλωσιάς την αυριανή μου
μεσημεριάτικη σαλατίτσα! Κατέβαινα τελευταία πάντα στο μεσημεριανό μου
διάλειμμα με συναδέλφους στο Καφέ-Μπιστρό του ισογείου και κοίταζα κατ αρχή αν
ήταν εκεί, η μελαχρινή του πρώτου ορόφου. Δεν ήξερα ποια ήταν, από πού, πως την
έλεγαν ούτε και την ασχολία της. Φορούσε πάντα κάτι, μπλούζα, ταγεράκι, φόρεμα,
κουστουμάκι, κάποιον ασορτί συνδυασμό ή έστω ένα φουλάρι ανοιχτό, φανταχτερό.
Δεν έτυχε κοινός γνωστός να μας αλληλοσυστήσει.
Μα όταν τον πρωτοέβλεπε του χαμογελούσε με μειδίαμα ανθισμένης νεραντζιάς.
Αποκρινόταν κι αυτός μάλλον με παρόμοιο χαμόγελο, που δεν το έβλεπε αλλά το
αισθανόταν να απλώνεται στο είναι του και να ευωδιάζει την μορφή του.
Σήμερα δεν κατάφερα να μυρίσω το αμοιβαίο μας χαμόγελο. Αλλά αύριο
οπωσδήποτε.
Πάρκαρε όπως πάντα αυτόματα στη νοικιασμένη θέση παρκινγκ της πολυκατοικίας,
ξέχασε να κλειδώσει το αυτοκίνητο, κι ανέβηκε με το ασανσέρ σιγοσφυρίζοντας:
«Στα σοβαρά μη
με παίρνεις ειν' το μυαλό μου θολό
είναι και ο κόσμος μου αστείος.
Κι όταν με βαρεθείς τελείως
ψάξε αλλού να με βρεις όπως με θες»
είναι και ο κόσμος μου αστείος.
Κι όταν με βαρεθείς τελείως
ψάξε αλλού να με βρεις όπως με θες»
Περιέργως δεν ξεκλείδωνε η πόρτα του διαμερίσματος τους! Λάθος όροφος γμτ!
Είχε απορροφηθεί από το άπειρο του Αλλού των
χαμογελαστών μυρουδιών!
Το χαμόγελο της
αράχνης
Δεν τον είδε χτες στο Καφέ-Μπιστρό του ισογείου αν και τον περίμενε πάνω
από ώρα. Μάλλον κάποια εξωτερική δουλειά θα του
έτυχε, γιατί το πρωί τον είδε να μπαίνει στο κτήριο!
Μετά την ειδική απόσπαση της, πριν από ένα μήνα, στην σημερινή της υπηρεσία τον περίμενε κάθε μεσημέρι στο
ισόγειο της μεσημεριανής τους εργασιακής διακοπής.
Είχε καταλάβει και τις αισθητικές του προτιμήσεις. Του άρεσαν τα ανοιχτά
φανταχτερά χρώματα. Μια φορά που φορούσε μόνο ένα μπεζάκι κοστούμι δεν την
πρόσεξε καθόλου. Από τότε φορούσε πάντα κάτι ποιο ανοιχτό φανταιζί! Ας ήταν
αυτό κι ένα πορτοκαλί φουλάρι.
Του χαμογελούσε πάντα μ ένα αισθησιακό χαμόγελο προσμονής!
Και της το ανταπόδινε με κάτι παρόμοιο η και παραπάνω! Σαν την προσδοκία
του τελικού ντέρμπι!
Αν και του είχε δώσει αρκετά δείγματα, κατά την γνώμη της, της αρεσκείας
της δεν είχε ανταποκριθεί ακόμη. Γιατί γμτ;;;;; Ήταν τόσο ντροπαλός ή
άσχετος;;; Μήπως έπρεπε να αναλάβει την γυναικεία πρωτοβουλία, αφού δεν
αντιδρούσε τόσο εύκολα όσο απανταχούσε;;;
Είναι ωραίος άνδρας για το γούστο της. Όχι σαν αυτούς των διαφημιστικών των
Bodybuilding Clubs. Ούτε πολύ ψηλός, ούτε μοντερνίστηκα θηλυκοποιημένος, με σοβαρό αλλά και
συχνά χαμογελαστό ύφος και με διακριτικά ελκυστικότατους γκρίζους κροτάφους.
Εύσωμος αλλά χωρίς την χαλαρότητα της παρακμής.
Είναι 45 και τα συνήθως γκρίζα κουστούμια του σε εναλλαγή με μπλε σακάκι και ανοιχτό γκριζέ
παντελόνι άρμοζαν στο σουλούπι του και στο προσωπείο που ήθελε να εμφανίζει.
Φορούσε πάντα λαιμοδέτη! Της άρεσαν
πιότερο η εναλλαγές στα πουκάμισα και στις γραβάτες του. Ιδιαιτέρα μ΄ αυτή την κίτρινη με μαύρες ρίγες γραβάτα
του, φάνταζε στα μάτια της με χροιά
Σαλαμάνδρας, και φορεμένη με το ροζέ πουκαμισάκι την γοήτευε. Ή μήπως οι
συνδυασμοί του ήταν αποφάσεις της γυναίκας του, που του εναπόθετε έτοιμη την
καθημερινή του φορεσιά στο συζυγικό τους κρεβάτι;;;
Σήμερα το μεσημέρι τον είδε επί τέλους πάλι να ξανατρώει την σαλατίτσα του
με συναδέλφους, επαναχαμογελαστήκανε με ευαισθησία και αμοιβαία προσδοκία.
Δεν θα της ξέφευγε!
Ίσως να έπρεπε να παίξει τον παραδοσιακό θηλυκό ανήμπορο ρόλο, ώστε να
προκαλέσει την προδρομή έμφυτης ανδρικής «προστασίας»!
Έφυγε από το γραφείο της ένα μισάωρο πριν την συνηθισμένη ώρα της
καθημερινής του σχόλης. Μπήκε σ ένα μπαράκι της γειτονιάς και παράγγειλε ένα
ενθαρρυντικό ουισκάκι που το πλήρωσε αμέσως, αφού πρώτα βρήκε ελεύθερη θέση σε
σκαμπό της μπάρας με κοίταγμα προς στην τζαμαρία. Αγνόησε τα αδιάκριτα βλέμματα
μερικών θαμώνων και συγκέντρωσε την προσοχή της στην έξοδο του κτηρίου των
γραφείων τους. Μόλις τον είδε να βγαίνει, άδειασε το ποτήρι της, βγήκε στο
πεζοδρόμιο και προχώρησε προς την κατεύθυνση του πάρκινγκ του. Σήμερα είχε
φορέσει κι ένα φανταχτερό φακιόλι! Θα την αναγνώριζε σίγουρα!
Ένιωσε το άρωμα του, κάτι μεταξύ άγριας λεβάντας, κέδρου και μόσχου, να
αγκαλιάζει τα νώτα της και υποκρίθηκε στραβοπάτημα παραπατώντας.
Το στιβαρό του χέρι συγκράτησε την δήθεν πτώση της αδράχνοντας το αριστερό
της μπράτσο(τι ευλογία Θεέ μου) και την ρώτησε , αν πόνεσε.
-Όχι ευχαριστώ πάρα πολύ, του απάντησε, κι αυτούς τους Δημάρχους τζάμπα
τους πληρώνουμε! Απλό στραμπουληγματάκι είναι!
Δέχτηκε όμως να την μεταφέρει με το πλησίον τους αυτοκίνητο του στο σπίτι
της.
Σταμάτησε ακριβώς μπροστά στην είσοδο της πολυκατοικίας της, την βοήθησε
ιπποτικά να εξέλθει από το αμάξι του και προθυμοποιήθηκε να την βοηθήσει να
ανέβει τα λιγοστά σκαλοπάτια μέχρι τον πρώτο όροφο της κατοικίας της. Δεν
δέχτηκε ευγενικά. Θα αναγκαζόταν να τον προσκαλέσει για καφέ ή για πράσινο τσάι
με γεύση μήλου. Δεν ήθελε να του δοθεί «απολιόρκητη», αν και τον ποθούσε. Είναι
από τις γυναίκες που πρώτα «βιώνουν» στο μυαλό τους ακόμα και την συνουσία,
πριν φτάσει η στιγμή να παραδοθούν, επειδή όμως το επιθυμούν και όχι επειδή δεν
μπορούν να αντισταθούν.
Μπήκε σχεδόν τρέχοντας στο διαμέρισμα της με την ουσιώδη ανάγκη να κάνει ένα
μπάνιο για να χαλαρώσει την ένταση της πρώτης τους επαφής που διαπότιζε όλο της
το σώμα. Αισθανόταν το δέρμα της ερεθισμένο και κάτι να σιγοφλέγει μέσα της.
΄Ανοιξε το ζεστό νερό της μπανιέρας και πήγε να γδυθεί. Βιαζόταν και πλούμισε
το παρκέ από την κρεβατοκάμαρα μέχρι το λουτρό με τα παπούτσια, τις κάλτσες, τα
ρούχα και τα εσώρουχα της. Στον τοίχο του διαδρόμου αναποδογύρισε ένα καδράκι
με παλιότερα αγαπημένη φωτογραφία και την ξάφνιασε το φωτεινό τετράγωνο της
ακινησίας.
Έριξε στο ζεστό νερό αφρόλουτρο με μυρωδιά πρασινόμηλου και γλίστρησε μέσα
του. Μόλις ο αφρός σκέπασε το σώμα της ήρθε επάνω της γυμνός.
Το δασύτριχο στήθος του μάλαξε τους λόφους της κοιλάδας του στέρνου της και
οι παλάμες του χούφτωσαν ορμητικά τα οπίσθια της. Η γλώσσα του ικέτευε το
βαθούλωμα του αριστερού της αυτιού. Απελπιζόταν άπραγη. Έπρεπε να
αντικαταστήσει συντομότατα την φαιόλευκη μπανιέρα της με μεγαλύτερη σε παστέλ
χρωματισμό.
Συγκέντρωσε όλες της τις δυνάμεις, τον τουμπάρισε απρόσμενα και τον
καβάλησε.
Το όραμα της την εγκατέλειψε τόσο έξαφνα, όπως την επισκέφτηκε.
Δεν είχε συνειδητοποιήσει πόσο διάρκεσε το μαζί τους. Είχε χαθεί χρονικά
στο Αλλού της νοερής τους σύμπτυξης.
Απλώθηκε ζαβλακωμένη στο υγρό περιβάλλον της μοναξιάς της και χαλάρωσε
επιτέλους. Ένιωθε τον σπόρο του να διαφεντεύει τα βάθη της.
Ναι!!! Τον ήθελε άπληστα και σε λίγο, το αργότερα σε ένα μήνα, θα τον είχε
δικό της. Άνοιξη ήταν! Το συναίσθημά της ήταν σίγουρο, στο μυαλό της μόνο
μπαινοέβγαιναν σκέψεις περίεργες. Αύριο, μεθαύριο, θα ερχόταν να της μιλήσει,
να σκουντήσει αβρά τον καλοπλεγμένο ιστό της. Θα την πλησίαζε προσεκτικά και θα
ζευγάρωναν, γιατί ήταν δεκτική. Και μετά το ζευγάρωμα, κάποιο λάθος θα έκανε,
κουρασμένος όπως θα ήταν από την δύναμη της χρείας της, και χραπ θα τον
τσιμπούσε και θα τον έδενε σε αραχνοΰφαντο κουκούλι, για να τον γευτεί με την
ησυχία της σαν Μαύρη Χήρα.
Τον ήξερε απέξω κι ανακατωτά! Από το όνομα της δασκάλας του στην πρώτη
Δημοτικού μέχρι και τον αριθμό διαβατηρίου της εβδομαδιαίας πόρνης του.
Μελετημένα επεδίωξε την απόσπαση της στην χαζοϋπηρεσία του πρώτου ορόφου. Είχε
βαρεθεί την καθημερινή μαρίδα και την λυπότανε κιόλας. Ήθελε να πιάσει ένα μεγαλύτερο ψάρι για να ανεβεί
με το σπαθί της στην ιεραρχία των κυνηγών της δημόσιας απάτης. Και το πουλάκι
της ήταν καλή συναγρίδα!
Τα χαρακτηριστικά της απάλυναν κι ένα απολαυστικό χαμόγελο προσδοκίας της
διπλής λείας περόνιασε όλες της τις αισθήσεις.
Το χαμόγελο της
σαλαμάνδρας
Μου την έδινε μερικές φορές, όταν σκεφτόμουν για τα γιατί!
Δεν άξιζε να ξοδεύω φαιά ουσία. Απ τις αρχές της ορθής του περπατησιάς,
όπως και πριν, ο άνθρωπος πάντα το ίδιο έκανε. Να επιβιώσει και να διαιωνιστεί
ήθελε. Τελεία και παύλα! Τίποτε άλλο.
Υπήρξαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν βέβαια μερικοί χαζορομαντικοί, μα άστους
να αλλάξουνε μόνοι τους τον κόσμο. Σμήνος είναι οι άνθρωποι και στο σμήνος
επιβιώνουν και μερικοί αδύναμοι.
Οι σαλαμάνδρες είναι μοναχικοί ιππότες της νύχτας. Μυθικά ζώα! Ενσάρκωση
του τέταρτου στοιχείου της φύσης. Της φωτιάς!.
Κίτρινο ή κόκκινο με μαύρο! Το αγαπημένο ζωάκι των αλχημιστών και των
ερωτευμένων. Οι πρώτοι το προτιμούσαν για την διαμονή του σε δροσερά μέρη,
κυρίως σε υγρά δασάκια και νεκροταφεία, οι δεύτεροι το λατρεύουν για το
ερέθισμα που προκαλεί η επαφή του και για την φωτιά που ανάβει στην οικιακή
εστία. Αποδίνουν μεν και την ευθύνη ορισμένων πυρκαγιών σε κάποιες σαλαμάνδρες,
αλλά αυτό δεν έχει αποδειχτεί δικαστικά!
Παρκάρισα και παρέμεινα 3 λεπτά στο αμάξι μου μέχρι να τελειώσει η
«επαναστατημένη Πετρούπολη» του Σοστάκοβιτς από το φιλμ ‘Νέα Βαβυλώνα»,
προετοιμαζόμενος ψυχικά και ηθικά για την νέα ημέρα μου. Κάπου πριν το μουσικό
τέλος, διερωτήθηκα τι θα συμβεί με την Λουΐζα και τον Ζαν της τωρινής μου ιστορίας.
Μου ήρθε αμέσως στην σκέψη μου η δική μου Παρθένος της Ορλεάνης. Θα γίνω
σύντομα ο Αρχάγγελος του οράματος της, διερωτήθηκα, ή θα χρειαστεί εκατονταετής
πόλεμος για να καεί τελικά η Αγία μου με
την φωτιά της αναμαρτησίας της;
«Σε χρειάζομαι γιατί με σκορπάς, όπως η βροχή το χώμα» ψιλοτραγούδησα στο
φανταιζί Αλλού μου.
Ίσως να είμαι και αλάνης, μα τι με μέλει! Δεν θέλω να το επεξεργαστώ
νοητικά: «Είμαι όπως είμαι κι ότι τραγουδώ για σε», λέει ο Νιόνιος!
Με περίμενε πολύ δουλειά στο γραφείο. Αγνόησα το ημίμετρο του χαρτόβουνου
και συγκεντρώθηκα στους φακέλους του αυριανού μας ελέγχου. Τσεκάρισα όλα τα
νούμερα αλλά δεν βρήκα κάτι μεγάλο. Μόνο 500 χιλιαρικάκια ζημιά του δημοσίου.
Μαρίδες που δεν άξιζαν φαγοπότι. Υπέγραψα την έκθεση και θα την παρουσίαζα μετά
το μεσημέρι στον Παύλο. Τζίφραρα άκριτα τους περισσότερους φακέλους της
ρουτίνας και κατέβηκα για την μεσημβρινή μου σαλατίτσα. Ένιωσα το χαμόγελο της
να με αισθησιάζει, την χαιρέτησα αρμόζοντας και την ρώτησα, αν προτιμούσε
συναγρίδα η κάτι άλλο σήμερα βράδυ στο Τουρκολίμανο,
-«Σήμερα όχι γιατί έχω δουλειά, αλλά
αύριο οπωσδήποτε», μου απάντησε με μειδίαμα αιγυπτιακής Σφίγγας, άσε που ήξερα
εκ των προτέρων την απάντηση της.
Εξέθεσα στον Παύλο τα δεδομένα του αυριανού μας ελέγχου και συμφωνήσαμε να
βρεθούμε αύριο στις 10 στον τόπο του
πλημμελήματος για τελικό έλεγχο, διαπραγματεύσεις κλπ.. Τηλεφωνήθηκα
επαγγελματικά και με τον Νουνό της γυναίκας μου, που μου επιβεβαίωσε, ότι για
αύριο ήταν προγραμματισμένη η επέμβαση.
Μείωσα κατόπιν χολοσκάζοντας στο γραφείο τον όγκο της ευθύνης μου και
αναχώρησα μετά την σχόλη μου για το βδομαδιάτικο μου παιχνιδάκι. Μου ξαναάρεσε,
ας ήταν κι ακριβούτσικο.
Στο σπίτι δεν βρήκα κανένα. Ο κανακάρης μας μάλλον σε φροντιστήρια και η
μαινάδα μου σε κάποιο τρισάγιο. Άνοιξα την υδροχόη να γεμίζει καυτό νερό την
μπεζ μπανιέρα και γδύθηκα με την ησυχία μου στην αχρείαστη συζυγική
κρεβατοκάμαρα. Πήγα γυμνός στο μπάνιο και στον διάδρομο με ξένισε μια γαμήλια
φωτογραφία. Έπρεπε να της αλλάξω θέση, μα στο υπόγειο δεν θα δεχότανε.
Ρηλάξαρα μες στο υγρό στοιχείο της φύσης μας. Ας είναι καλά ο νουνός της
γυναίκας μου σκέφτηκα. Σύντομα, αν πάνε όλα καλά, θα τον παρακαλούσα να
προωθήσει ιεραρχικά την αποδέκτρια των χαμόγελων μου, αφού τύγχανε ανώτερο
στέλεχος της υπηρεσίας της και λίγο πριν την σύνταξη.
Αύριο το πρωί δεν θα πάω στην δουλειά προφασιζόμενος ημικρανία. Στο επαγγελματικό ραντεβού θα πήγαινε μόνος
του ο Παύλος. Δεν χάριζε κάστανα αυτός(μα τώρα θα έκαιγε τα δάχτυλα του), κι ας
νόμιζε, ότι με το σπαθί του με παράκαμψε στην ιεραρχία. Χαχαχαχα!!!! Απ το
κεφάλι βρωμάει το ψάρι, λένε!
Θα εμφανιζόμουν μεσημεράκι ντυμένος με πράσινο σακάκι, κίτρινο πουκάμισο,
μαύρο τζιν παντελόνι και χωρίς γραβάτα στο Καφέ-Μπιστρό για τα χαμογελάκια μας
και μετά στο γραφείο για την αναμενόμενη υπηρεσιακή κατάθλιψη.
Αγαλλίασα χαμογελώντας με την φαντασία, ότι σε λίγο θα βρισκόμουν από κάτω
της και θα ζευγαρώναμε εποχιακά σαν
σαλαμάνδρες.
Χαλαρωμένος επιτέλους μπήκα με το Λαπτοπ μου στο διαδίκτυο να χαχανίσω
λιγάκι. Κι εκεί που εναγκαλίαζα μια εικονική θεογκόμενα, εισήλθε η συμβία μου
και με φίλησε απαλά στον σβέρκο. Με την άκρη του ματιού μου είδα ένα χαμόγελο
στα χείλη της. Είχε κατιτί γατίσιο!
Το χαμόγελο της γάτας
Σήμερα απ το πρωί δεν είχα καμιά όρεξη για επισκέψεις, κοινωνική κριτική,
μετάνοιες, ψώνια και για άλλες μικρότητες της καθημερινότητας μου.
Συνόδεψα μονάχα το γατάκι μας στο σχολείο του, επανήλθα στην τρύπα μας,
έβαλα το εκρού κιμονό μου και την άραξα στην πολυθρόνα, διαλογιζόμενη
ανατολίτικα.
Με την ηχητική συνοδεία του «Μπολερό» του Ραβέλ διασχίζανε την σκέψη μου
εικόνες απ ένα παλιό τσέχικο φιλμάκι κινούμενων σχεδίων, που κατέγραφαν
δαρβινικά την εξέλιξη του ανθρώπου από αμοιβάδα, σε σαύρα, σπονδυλωτό, πίθηκο,
μέχρι την ορθή του περπατησιά. Δεν θυμάμαι πως τελείωνε. Μέχρι την απογείωση
του για κάπου Αλλού ή μ ένα μεγάλο Μπουουουμμμμ σαν σαπουνόφουσκας;
Ξέρω ότι είμαι υπερπροστατευτική με το μοναχιάρι μας. Μισή η προσφορά μου
στην αναπαραγωγή των γονιδίων μας και δεν είναι πλέον δυνατό, να συνεισφέρω
άλλο. Και είναι καλής ποιότητας τα γονίδια μας, το πιστεύω ακόμη αυτό. Έχει
ζουγκλέψει πάρα πολύ ο κόσμος μας για να μην προστατεύω, όσο μπορώ, τον χώρο
της επιβίωσης μας. Εδώ κινδυνεύουμε κι εμείς οι ίδιοι να μεταλλαχτούμε σε
άσπλαχνα θηρία, ξεχνώντας την ενδόμυχη μας καλοσύνη!
Ναι! Σε παντρεύτηκα από έρωτα και μια χόβολη αγάπης καίει ακόμη. Φυσικά
κατεύνασαν οι θαμπερές φλόγες μας μες
στην ανάγκη της πεζής επιβίωσης. Και που να βρεις ξυλαράκια στην πετρούπολη;
Να! Με κάτι θαλασσινά φεγγαρόφωτα σε διακοπές, μερικές ανάπαυλες στον
μεσημεριανό ίσκιο αρχαίων μαρμάρων και με κάτι ρεμπέτικα σε ταβερνάκι στην
Βραβρώνα, δίπλα στον ναό της Αρτέμιδος, ξαναφλογώναμε και πάλι για λίγο
σπινθήρες έρωτα.
Κάποτε σου είχα γράψει το γράμμα αυτό:
«Σύντροφε μου,
είναι κάποιες ώρες, από τη στιγμή που αισθάνθηκα τη αδιαφορία σου, που έχω
θρηνήσει και πιει –ενώ δεν πρέπει- τόσο, όσο δεν το έχω κάνει για πολύ καιρό.
Τσάκισα άσχημα... για τέταρτη φορά
στη διάρκεια της συνοίκησης μας
Τσάκισα και πάλι, διότι μου αποδίνεις – όπως συχνά - χαρακτηριστικά που δεν
έχω. Τσάκισα γιατί ενώ πέρασα όλο το «λούκι» της ασθένειας του παιδιού μας
μόνη, χωρίς να σε ενοχλήσω σε τίποτα, προσπαθώντας να εκτονώσω όλο αυτό το
άλγος σε εφήμερες ενέργειες, απίστευτα πολλές, και βρίσκομαι τώρα να είμαι
κατηγορούμενη για «φυλακές» και «τείχη» σου.
Ξέρω τις ευπάθειες σου αλλά και την σχετική ακαμψία σου. Δεν θα επιχειρήσω
ψυχανάλυση μας, παρόλο που μπορώ να το κάνω. Δεν μ’ ενδιαφέρει πολύ.
Ναι αγαπημένε μου, είμαι ένας περικαλλής άνθρωπος. Το ξέρω!. Ανόθευτος,
μονήρης, δύστροπος όπως λένε, δυσπρόσιτος για πολλούς, μα και ζόρικος. Δεν
ανασκαλεύω και δεν σκαλίζομαι. Έκανα την υπέρβαση των αισθημάτων μου και περιορίζομαι
τώρα στη σπείρα της ζωής.
Φτιάξαμε ένα προφίλ συμβίωσης απρόσιτο στα Είναι μας, με πολλά μεταξύ μας
ανθρώπινα μηνύματα. Δεν με μέλει ούτε αυτό πλέον.
Σου αφιερώνω το γνωστό σου ποίημα του Καβάφη το «΄Όσο μπορείς»! Εγώ δεν
ευτέλισα τη ζωή μου κι ούτε πρόκειται να το κάνω. Ούτε σε συνάφειες, ουδέ σε
συναναστροφές. Έχω αποφασίσει την πορεία μου. Δεν θα επαναλαμβάνω παλιές
ιστορίες με πρώην και επόμενους, αλλά θα παραμείνω στο νυν μου, όπως λέει και
τραγουδιστής.
Είμαι αλλόφρων και απρόοπτη. Και δεν με νοιάζει. Ούτε δεσμεύω το σύντροφό
μου. Αρκεί να ξέρω ότι είναι κάπου και κάπως, και για με μένα! Ρομαντική;
απόλυτη, αδέσμευτη στο «νοιώθω» μου, ανήμπορη κάποτε; Καρφί δεν δίνω.
Φυσικά είσαι ελεύθερος να βρεις το μονοπάτι σου. Εγώ ποτέ δεν θα σε φρακάρω.
Ίσως και οι έμφυτοι παραδοσιακοί
μας ρόλοι να μην επιτρέπουν την ευθύτητα των πράξεων και της ανθρώπινης
ντόμπρας έκφρασης μας!
Το «καμάρι μου» σήμαινε κάποτε
και εσένα και το παιδί μας. Τώρα μόνο ακόμη το
μικρό μας και ίσως λιγάκι και
σένα!
Επιλεκτικά, περιούσια, απονήρευτα, αθηλύκευτα: Σ΄ΑΓΑΠΩ!!!»
Το είχα μισοκρύψει πάνω στο γραφείο σου, για να το διαβάσεις οπωσδήποτε.
Μετά μερικές μέρες, το πήρα και το ξέσκισα. Ίσως να το είχες διαβάσει! Το
θεώρησα, εκ των υστέρων, πολύ κατινίστικο. Άλλο ήθελα να σου πω: Για την αέναη
περιπλάνηση του Εγώ σου, μέχρι να βρεις τον Εαυτό σου! Κι ότι εγώ, θα σε
περιμένω να κλάψουμε και να χαρούμε μαζί δίπλα στο τελικό ρυάκι του Siddharta.
Έχω κι εγώ φυσικά τις ευθύνες μου!. Έχω γίνει πολύ χοντρόπετση. Αλλά και ποια
γαρδένια δεν μαραζώνει και δεν βρωμάει, χωρίς πότισμα; Σε έχω ταράξει στο
ντελίβερυ για να καταλάβεις την διαφορά γεύσης μεταξύ αγοραίου και σπιτικού.
Μήπως μου είπες καμιά φορά -«Φτιάξε καλή μου τα γευστικότατα γιουβαρλάκια σου,
για να τα φχαριστηθούμε»:
Ξέρω ότι είσαι γατουλίνι και σου αρέσει να μπερμπαντάς στα κεραμίδια. Μα
πάντοτε γυρίζεις στο σπιτάκι σου!
Μα τις τελευταίες βδομάδες, μετά την γλίστρα του Παύλου, κάτι νέο απρόσμενο
μύριζα στο Είναι σου! Δεν ήταν η μυρωδιά της βδομαδιάτικης σου πόρνης, αλλά
κάτι διαφορετικό, που προκαλούσε την ανασφάλεια μου. Ξέρω για τον πλούσιο
λογαριασμό του τέκνου μας σε λιμενική τράπεζα, από μια σπόντα του διευθυντή της
σε κάποια κηδεία συναδέλφου τους. Αλλά και ο νουνός μου είχε φιλικά
προειδοποιήσει τον τραπεζικό, να μην κάνει καμιά μεγάλη μεταβίβαση χωρίς
τηλέφωνο σ αυτόν.
Καταλάβαινα μεν, ότι ο συγκάτοικος μου έχει τώρα πρόσθετες ευθύνες σαν
αναπληρωτής της διεύθυνσης της υπηρεσίας του, μέχρι να ονομαστεί άλλος
διευθυντής. Αλλά και τόσες πολλές βραδινές υποχρεώσεις; Και τι θα ήσουνα δηλαδή
τώρα με αποτυχημένο δίπλωμα Βιομηχανικής-Εμπορικής χωρίς την αρωγή του νονού
μου;;; Η τίποτα ή λογιστάκος!
Και οι ξενίζουσες ευωδίες;;; Μάλλον σε νέες σκεπές χαχανίζεις!
Σήμερα το απόγευμα, στο φροντιστηριακό τρίωρο του μαναριού μου, θα φορέσω
κάτι φανταχτερό και θα πάω ξανά να σιδερώσω τον εργένη νουνό μου. Θα κάνουμε
μαζί ντουζ και μετά θα μου μασαζάρει τις πατούσες μου, τα οπίσθια μου, τον
σβέρκο, τα στήθη και τη κοιλιά μου με αφροδισιακό ανατολίτικο λαδάκι υλάνγκ-υλάνγκ.
Αυτός στην αναζήτηση της οπής του δάσους μου με την γλώσσα του κι εγώ σε
αντίστοιχο άναμα του κεριού του. Θα αισθησιαστούμε!
……Ένα χαμόγελο προσμονής πράυνε
αυτοστιγμεί το στόμα μου κι ένα νιαούρισμα δραπέτευσε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου