14 Ιουλ 2010

Θεές των φιδιών


Έφτασα 20 λεπτά νωρίτερα στο ραντεβού μου.
Σ΄ ένα παγκάκι με φυσική θέρμανση καχεκτικό χειμωνιάτικο ήλιο μα με το ανατολικό ενετικό τείχος να μισοπροστατεύει τα νώτα μου από τον κρύο λεβάντα, μακάριζα έναν σταχτοκίτρινο αθάνατο σε μια άκρη του προαύλιου. Αφήνεται να τον πλαγιάσουν οι ορμές των καιρών, σκέφτηκα, μα ευθύς από τις ρίζες του θα βλαστήσει καινούριος σαν το μυθικό πτηνό φοίνικας από την στάχτη του.
Επιμήκυνα επίτηδες για μια μέρα επαγγελματικό μου ταξίδι και πετάχτηκα με την πρωινή πτήση. Είχα αρκετό καιρό μέχρι τις 12 και εκπλήρωσα το τάμα μου στον τάφο του παρά τι αφορισμένου. Ξαναδιάβασα φωναχτά το επίγραμμα που είχα κάνει προσωπικό και επαγγελματικό οδηγό μου τα τελευταία χρόνια και του γύρισα ασυνείδητα την πλάτη. Δεν ήμουν πλέον σίγουρος.

Ξεδιάλεξα από την τσέπη του πανωφοριού μου το πετραδάκι που μου είχε φαντάξει σε μια βερολινέζικη αλάνα, κοντά στην πύλη του Βρανδεμβούργου, και το πέταξα στην κατεύθυνση του τάφου του.

- "Έτσι για να θυμηθείς ίσως τα νιάτα σου και την Γερμανοεβραία αγαπητικιά σου", ψέλλισα, σαν σπονδή σε άγνωστο Θεό.

Ίσως και να ΄ναι κομμάτι του πεσμένου τείχους, αναλογίστηκα. Τα υλικά τείχη φθείρονται από τις εποχές, μα τα ψυχικά μόνο με την φανταστική φθορά τους, πρόσθεσα. Εκτός κι αν βγάλεις από την σκέψη σου καθετί που αγαπάς, για να μείνεις τελείως μοναχός σου.

Οι ¨μοναξιές μας¨ συναντηθήκαν τυχαία στο διαδίκτυο.Η μοναχικότητα είναι επιλογή, έγραψε κάποτε, μα η μοναξιά γεννάει φαντάσματα που τα ζωντανεύει η γοητεία του πείσματος σου.

Απομακρύνθηκα στην αγνή μοναχικότητα του δάσους μου. Εκεί που η καθημερινότητα εμπλουτίζεται από το τρομαγμένο πέρασμα νεογέννητου ζαρκαδιού και το αναμόχλευμα του εδάφους από αγριογούρουνα. Εκεί που η φύση συμβάλλει στην φθίση ενός στείρου παρελθόντος, στην απάρνηση της μοναξιάς του πλήθους.
Είχαμε και οι δυό τις εμπειρίες μας στον χώρο του εικονικά υπαρκτού και μετά από μερικά εύγλωττα λογοπαίγνια βαρέθηκα.Μόνο ματιά με ματιά, της είπα, συνεχίζω.Μου την είχε δώσει αρκετά η προσκαιρότητα τέτοιων επαφών με μοναδική αφετηρία και σκοπό την πλήρωση της νυχτερινής πλήξης.

Ακολουθώντας την ρήση του Γκαίτε, ότι τα ταξίδια μορφώνουν, δώσαμε ραντεβού για να δούμε τις μορφές μας. Σάββατο μεσημέρι έξω από το αρχαιολογικό μουσείο.
Σκούρο πανωφόρι, ματογυάλια, γκρίζο μουστάκι και κόκκινο κασκόλ, της έγραψα, για την περίπτωση που η φυσική μου φωτογένεια παραμόρφωνε την ώριμη επιδερμίδα μου..Εγώ, όπως είμαι στην φωτό μου, αποκρίθηκε, με το φανταχτερό πλατύ φακιόλι στα μαλλιά.

Μα εγώ θα την αναγνώριζα από το παιχνιδιάρικο χαμόγελο της και μόνο.

Είχα μεν τις επιφυλάξεις μου, επειδή υπήρχε μια σημαντική διαφορά ηλικίας στα προφίλ μας, μα ο Νάρκισσος μέσα μου έλεγε, ότι τις έξυπνες γυναίκες διαφεντεύει μια προτίμηση για ωρίμους άντρες...  Και δεν είχα ακόμη αρχίσει να σαπίζω. Μα ούτε είχα καμιά όρεξη πλέον να τσουλάω παιδικά καροτσάκια και τον ρόλο της ασφαλιστικής εταιρείας τον έπαιξα ήδη πάνω από 25 χρόνια.

Με ερέθιζε λιγάκι, έτσι για του τρελού το δίκιο, και η πραγμάτωση μιας εικονικής έστω διαδικτυακής επαφής. Κάπου υποσυνείδητα είχα καταγράψει, ότι πάντα η γυναίκα υποψιάζεται την ειλικρίνεια του άνδρα και ο άντρας εμπιστεύεται την γυναικεία πονηριά.
Μπήκα στο μουσείο λίγο μετά τις δωδεκάμισι. Πρωταρχικά για να δω μετά 2 δεκαετίες πάλι τα εκθέματα αλλά και με την ενδόμυχη αμφιβολία, ότι δεν πρόσεξα την είσοδο της ή δεν με αναγνώρισε κι αυτή στο προαύλιο.Περιτριγύρισα προσέχοντας περισσότερο τις επισκέπτριες παρά τα μουσειακά εκθέματα.

Σταμάτησα στην τέταρτη αίθουσα ξαναπαρατηρώντας με έμπειρο πλέον μάτι τα ειδώλια από φαγεντιανή των Θεών των όφεων.Πάλι ο καταραμένος όφις μπροστά μου!
Καταραμένος;;;;
Μα μόνο στον Ιουδαιοχριστιανισμό είναι το φίδι σύμβολο καταστροφής και κινδύνου. Σε όλες τις αρχέγονες θρησκείες είναι εφαπτόμενο και σύντροφος της Γαίας-Μητέρας, συμβολίζει την γνώση και την αέναη αλλαγή-μετεξέλιξη της, σαν την ανοιξιάτικη αλλαγή του δέρματος του.

«Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία.
Παίξε στον άνεμο τη γλώσσα σου και πέρνα.
Αλλού σε λέγανε Γιουδήθ, εδώ Μαρία.
Το φίδι σκίζεται στο βράχο με την σμέρνα.»

Αλλού σε λέγανε Ανάντα, Κουντανίνι, Μεχέμ, Μίντγαρντ, Ζεμήνα, Ουρομπόρος, εδώ Πυθία από το σανσκριτικό Budh, που σημαίνει απόλυτη γνώση, Βούδα.
Μα στην Παλαιά Διαθήκη της ηθικής μας είναι το σύμβολο της αφορμής της εκδίωξης των πρωτόπλαστων από τον παράδεισο, επειδή ο πονηρός όφις πρόσφερε στην Εύα κι αυτή μετά στον Αδάμ τον απαγορευμένο καρπό του δένδρου της γνώσης.
Ο πειρασμός που παραμονεύει τις από ¨ηθικές¨ αφύλαχτες αγνές ψυχές;;;
Ίσως και για αυτό η ταύτιση στην Αποκάλυψη του Ιωάννη του φιδιού με τον Εωσφόρο, το ¨πίστευε και μην ερεύνα¨ των Λατίνων; Όπως και ο λόγος της τιμωρίας του Δεσμώτη Προμηθέα;;; Μα μήπως είναι αυτό το Δαιμόνιο, που προσπαθεί να υλοποιήσει κάποια ιδανικά μας να προσεγγίσει τις σφαίρες της ψυχής και του σώματος;;;


Και μπροστά μου οι δυο μινωικές θεές στην αντίθεση τους. Χωρίς καμιά φοβία η απέχθεια στους εφαπτομένους συντρόφους τους. Ντυμένες με μακριές μέχρι τους αστράγαλους φούστες, με περίτεχνες κεντητές ή υφαντές ποδιές πάνω στους μεσογειακούς γόνιμους γοφούς τους και με στενά εφαρμοστά περικόρμια, που αφήνουν έκθετα τα πλούσια στήθη τους, αναζητούν μάλλον το Άλλο τους ή το Αλλού τους.

«Γυναίκα θα πει πουτανιά, τσαχπινιά και ξουράφι μυαλό…»

Διαφέρουν όμως στην ερωτική εξωτερίκευση τους.
Τι συμβολισμοί Θεοί μου!!!!

Η μεγάλη Θεά με τυλιγμένο στην γονιμοποιό λεκάνη της τον Πύθωνα της αέναης ζωής και στους βραχίονες της ανάγλυφα σαν τατουάζ ελισσόμενες οχιές. Οι στρόβιλοι του σύμπαντος που χειρίζονται την ζωή! Η ματιά της με την μελαγχολία της εμπειρίας αλλά όχι απελπισμένη. Οι παλάμες της ανοιχτές ικετευτικά σαν διακονιάρας του έρωτα ή ελκυστικά σαν ηλικιωμένης κορινθιακής ιέρειας:
- " Έλα τώρα που σε θέλω! Δεν έχω πολύ καιρό μπροστά μου! Εκλιπαρώ το σπέρμα σου! Τα βυζιά μου πλαδαραίνουν και χρειάζονται χάδια ανδρικά! Θέλει να φουντώσει ξανά η κοιλιά μου..."

«Ένας άνεμος ερωτικός φυσάει απάνω στη Γης, ίλιγγος κυριεύει όλα τα ζωντανά και σμίγουν στη θάλασσα, στις σπηλιές, στον αγέρα, κάτω από το χώμα, μεταγγίζοντας από κορμί σε κορμί μια μεγάλη ακατανόητη αγγελία.»

Και η κόμπρα πάνω στον κωνικό πίλο της να ξεφωνίζει:

«Δε χωρώ! Δε χωρώ! Θέλω να ξεφύγω!....Θέλω να γεννήσω γιόν ανώτερο μου!»

Απ΄ την άλλη μεριά η ερωτική αντίθεση της νεότητας.Τα μάτια διερευνητικά και το ένα ιδιαίτερα προκλητικό. Την μέση της δεν την περικλείει φίδι, μα σαν κλείδωμα του ζωστήρα της ένα ερωτηματικό. Είναι ακόμη παρθένα;;;
Στα χέρια της κρατάει 2 φίδια αλλά όχι από το κεφάλι για να τα δαμάσει, αλλά σφιγμένα στην μέση τους, σαν να τα έχει υποδουλώσει. Δυο φαλλούς στην διάθεση της και να μην ξέρει ποιον να διαλέξει;
Ή να τους θέλει και τους δυο;

Και στην κορώνα της κόμης της ένα αιλουροειδές ζώο, σαν την μαϊμού του γύφτου που χορεύει αλυσοδεμένη στον σκοπό του ντεφιού του και σκαρφαλώνει στις πλάτες και στο κεφάλι του αφεντικού της. Σαν τον άντρα του κεφιού της. Τα χέρια με τα φίδια υψωμένα προς τα πάνω, σαν να θέλουν να φοβίσουν το ζωάκι στο κεφάλι της.

«Κι αρχίζει πάλι το ανηφόρισμα ο πόνος και ξαναγεννιέται η χαρά και ξαναπηδάει η νέα ελπίδα. Ποτέ δεν κλείνει ο κύκλος. Δεν είναι κύκλος είναι ένας στρόβιλος που αιώνια ανεβαίνει, πλαταίνοντας, τυλίγοντας, ξετυλίγοντας, τον τρισυπόστατο αγώνα.»

Ποιές να ήταν οι ζωές τους: Ποιές να ήταν οι ζωές των δημιουργών τους και τι σκέφτονταν, όταν τις καλλιτεχνούσαν; Ήταν μόνο ένας και με το πλάσιμο του πηλού έπλαθε κι ένα κομμάτι της γυναίκας του, της ερωμένης του, της ποθητής του;;; Ήταν ερωτικά ερεθισμένος και με το βάψιμο του μπούστου και των γοφών εκστασιαζόταν;;; Ήταν πολλοί οι δημιουργοί σε αισθησιακό όργιο με τις δυό θεές;;;

Η ζωή του καθενός είναι το παρελθόν και η θύμηση. Το παρών στιγμούλα ανάμεσα του και στην ελπίδα της πραγμάτωσης των προσδοκιών μας. Το μέλλον δροσιά στην δίψα της φαντασίας μας.

Με έδιωξε ευγενικά μια επιστάτρια:
- "Συγνώμη αλλά πρέπει να κλείσουμε. Κι εμείς οικογένειες έχουμε."

Στο προαύλιο ο αθάνατος δεν είχε ενδώσει ακόμη προσδοκώντας ορμητικούς βοριάδες. Στην κορφή του ένα μοναχικό σπουργίτι περίμενε να απομακρυνθεί η γκρίζα γάτα που λιάζονταν νωχελικά στο παγκάκι, για να τσιμπολογήσει τους σισαμόσπορους από το κουλούρι κάποιου περαστικού.
Η κοπελιά με την φανταιζί κορδέλα στα μαλλιά πουθενά. Μ΄ έστησε!

Κάτω δεξιά μου έβλεπα τις Καμένες της Σαντορίνης, που ίσως φταίνε για την λησμονιά των μινωικών θεοτήτων, και συλλογιζόμουν ποιά από τις 2 θα διάλεγα εγώ, αν ήμουν εκεί.
Κι αν ήμουν αλλού;;; Και τι στο κάτω κάτω της γραφής ξεχωρίζει το Εκεί από το Αλλού;;; Η διεύρυνση του χώρου με τον χρόνο ή η συρρίκνωση του χρόνου στον χώρο;;;
Την φιλοσοφία την διέκοψε κάποιο τραγούδι. Κάτι σαν αντίλαλος των ταλαντώσεων των χορδών της ύλης:

«Πώς να αντέξει ο θάνατος τέτοια μοιρασιά…. Κι εγώ αλλάζω μορφή στα φιλιά σου.»

Οι τελευταίες αχτίδες του ωχρού ηλίου φώτισαν μπροστά μου την σιλουέτα της νέας θεάς με τα δυο φίδια στα χέρια. Μα όχι! Δεν κρατούσε φίδια μα δυο κορδέλες, στο αριστερό μια λεπτή μενεξεδιά και στο δεξί μια πλατιά σε τριανταφυλλί χρώμα, που ανεμίζονταν υψωμένες αποχαιρετώντας μια θολή προσδοκία.

-"Τι προτιμάτε;;;", ρώτησε η θεά των κορδελών.
-"Θα πάρω την φανταιζί, την τριανταφυλλιά", απάντησα.
-"Α!!!! Τσάι θέλετε", αποκρίθηκε και μου πρότεινε την δεξιά κανάτα.

Μακάρισα τη στιγμή που έσκυψε να γεμίσει την κούπα μου.
Ανασηκώθηκα αυτοστιγμεί και της πάσαρα ένα ηχηρό φιλί ανάμεσα στα δασιά της φρύδια, σίγουρος ότι δεν θα με χαστουκίσει.
Στο στόμα της λαξεύτηκε παιχνιδιάρικα ένα ίσως ειρωνικό χαμόγελο κι από τα μισάνοιχτα χείλη της ξέφυγε σαν σφύριγμα:

«ΚΑΙ ΤΡΙΣΜΑΚΑΡΙΟΙ ΟΣΟΙ ΚΡΑΤΟΥΝ ΚΑΙ ΔΕ ΛΥΓΟΥΝ ΑΠΑΝΩ ΣΤΟΥΣ ΩΜΟΥΣ ΤΟΥΣ, ΤΟ ΜΕΓΑ, ΕΞΑΙΣΙΟ, ΑΠΟΤΡΟΠΑΙΟ ΜΥΣΤΙΚΟ: ΚΑΙ ΤΟ ΕΝΑ ΤΟΥΤΟ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ!»

Βγαίνοντας από το αεροπλάνο έδωσα διακριτικά στην θεά των κορδελών την επισκεπτήρια κάρτα μου.

Την δέχτηκε!

Δεν υπάρχουν σχόλια: