Την γνώρισε σε μια χαζοχαρούμενη παρέα, αλλά με τους συμμετάσχοντες με όρεξη για επικοινωνία, κέφι για έκφραση, εξωτερικοποίηση, γέλιο και κλάμα, αν το επέτρεπε το κλίμα.
Συναντήθηκαν κατά λάθος, αυτός μια αφορμή γύρευε και της μπήκε μ έναν διπλωματικό ανούσιο τρόπο, που δεν ταίριαζε στην ντόμπρα του ιδιοσυγκρασία. -«Αυτοάμυνα με επίθεση κυρία μου;» -«Σόρρυ δεν ήταν πρόθεση μου» απάντησε εκείνη μ ένα γλυκύτατο χαμόγελο γυναικείας αυτοπεποίθησης.
-«Ααααααα! Το ναζιάρικο», σκέφτηκε, «δοκιμάζει τις αντοχές μου!»
Στην ηλικία του τα είχε μάθει πλέον αυτά.. ήξερε ποιες γυναίκες τον πλησίαζαν και γιατί.. τουλάχιστον έτσι νόμιζε….Του άρεσε μεν το ωραίο, το νεανικό, αλλά όχι η επιπόλαια επίδειξη μιας ομορφιάς χωρίς αισθητικό παρά μονάχα αισθησιακό υπόβαθρο. Ίσως και νάταν η υπερευαισθησία της ηλικίας του, κάτι ανάμεσα στο χτες και στο αύριο, μια ανδρική κλιμακτήριος, που τον ώθησε να ενδώσει και να ανταποκριθεί στα χαμογελάκια. Ενδόμυχα όμως ήξερε, ότι δεν ήταν αυτό που έψαχνε! Άλλο να ψάχνεις κι άλλο να βρεις… Και μερικές φορές η πείνα τον ανάγκαζε να τρώει ότι βρει…Θυμήθηκε πικρόχολα ένα επεισόδιο της φοιτητικής του ζωής, όταν είχε μείνει ένα γιορταστικό τριήμερο άφραγκος. Με όλους τους καλούς του φίλους και γνωστούς, που θα μπορούσαν να τον φιλέψουν ένα πιάτο φαΐ , απρόσιτους, εκτός, και το μοναδικό φαγώσιμο που είχε σπίτι ήταν ένα γυάλινο κουτί κονσέρβας μαγιονέζα.
Δεν ξανάφαγε ποτέ από τότε μαγιονέζα, σε ότι λιχουδιά κι αν συνόδευε.
Έβλεπε μεν ότι χαμογελούσε παντού, μ ένα παιχνιδιάρικο ύφος παιδικής αγνότητας. Δεν τον πείραζε, τουναντίον τον γοήτευε αυτή η ανεμελιά, η χαρά του σήμερα και τώρα και όχι η κατάθλιψη κάποιου ενδεχόμενου σύννεφου του αύριο. Είχε μάθει εξ ιδίας εμπειρίας , τι σημαίνει η μοναδικότητα του καθενός και τι χαρά δίνει η ανύψωση του Εγώ από άλλους, αυτή η επιδοκιμασία του σκέρτσου, τα παλαμάκια στην θεατρική πράξη μιας θλιμμένης μοναχικής καθημερινότητας.
Το άφησε να έρθει και ήρθε αυθεντικά, χωρίς πίεση ή βία! Επανήλθε ένα νεανικό αίσθημα στο μυαλό του, που δεν ήξερε πώς να το ονοματίσει, κάτι που τον αφαιρούσε από το Είναι του, που του γαργάλιζε το στομάχι, υπερέβαινε την λογική κι άγγιζε κάποιο του Όνειρο.
Κάποτε, μετά από αρκετά χιλιόμετρα βάδην , την ξεμονάχιασε, μα στην προσπάθεια ενός πρώτου φιλιού του γύρισε το μάγουλο της. Κατάλαβε και συνέχισε την περι(παρα; )πλάνηση του στα δεκαεφτά του ήδη γνωστά χαμογέλα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου