Προκαταρκτικά
Άνοιξε
τα σκέλη σου
με
κρυφή αποστροφή
το
νόστο να μη νοιώσω
κοινού
μεγάλου πόθου
κι
όταν σφοδρά σε πάρω
από
παράλογο έρωτα
δυνάστευσε
με σεμνή ηδονή
το
τελικό αναστέναγμα
Σεντόνια
Λευκό σεντόνι κάλυπτε
τον λόφο του
γλουτού της
το ίδιο που
εσκέπαζε
σκληρό
θερμό αιδοίο
γεμάτο
ακόμα από παλμό
και δύναμη του
πόθου
Ώμος
το προσκεφάλι της
μασχάλη στα
βλέφαρα του
Παλάμες
που χαϊδεύανε
κοιλιά
και στήθος άλλου
Υγρό, καυτό το
δώμα της διεκδικούσε πάθος
μια ορμή διακαή
και στύση στο κεφάλι
Δεν ήταν μόνο
υποταγή στης φύσης των τη ζέση
ήταν και αναζήτηση
στου Είναι τους το βάθος
Ήξεραν και δεν
ήξεραν, γύρευαν κι απορούσαν
΄Ήλιος λαμπρός
εωθινός
σε μενεξένιο
φόντο
μ αγνά του
Έρωτα φτερά
ιδρώτες τους
στεγνώνει
Ηδονή μου
Σε μιάς νυχτιάς μας ηδονή
Ηδονή μου
Σε μιάς νυχτιάς μας ηδονή
γυμνός στο
πλάι γέρνω
μεστός ορμής
του πόθου μου
με ίδρωτα
λουσμένος
Δεν θέλω να
ρωτάω σε
κι εσύ
μην με ρωτάς με
Μιλάνε στρώματα
υγρά
κορμιών οσμή
λαλάει
και δυο ψυχών
ονείρατα
αντάμα κελαηδάνε
Χείλη
Χείλη
απρόσιτα μα γευστικά,
της
γης ζωμός και αγριάδα,
με
παίρνουν με τραβάνε μακριά
κοντά
σε πρωινού μικρή λιακάδα
Τα
χείλη σου… τα χείλη σου τα γιορτινά,
ας
με βακχεύσουν μοναχά αυτό το βράδυ,
κι
αν δεν χορτάσω το μεθύσι ως το πρωί,
εκούσιος
πότης των θάμαι παντοτινά!