Εκεί που ένας χλωμιάρης φλεβάρης ήλιος χάιδευε τα φρύδια μου στο μπαλκόνι, που έπινα το σαββατιάτικο μου ουζάκι με μεζέ αντζούγιες Αργεντινής και πρώιμο αγγουράκι θερμοκηπίου Κύπρου, ενυπνιαζόμενος ταξίδια και ερωτικές περιπέτειες σε Άπω Ανατολές, με αφύπνισε η φωνούλα –μάλλον σαν βρυχηθμός ακούγονταν- της συμβίας μου:
-«Σήκω αχαΐρευτο μωράκι μου να πάμε στο Golden Mall για ψώνια»!
-«Γιατί βρε αναμάρτητο στεφάνι μου», απαντώ χολωμένος, «και στον μανάβη, και στον φούρνο, και στον χασάπη πήγα, μόλις άνοιξαν… Τι άλλο χρειαζόμαστε;;;»
-«Φθαρθήκαν οι οδοντόβουρτσες και χρειαζόμαστε νέες», απαντά η μακροχρόνια συμβία μου σε φωνητικό τόνο 89,5 ντεσιμπέλ, που όπως νοείτε δεν επιδέχεται αντίρρησης…
-«Νταξ στύλε της παράγκας μας», απαντώ αφασώς κι ως πάντα ανεπίκαιρος, «μετά το τάβλι στο καφενείο της γωνιάς με τα φιλαράκια μου, θα περάσω απ τον τρίτο ξάδελφο μου τον Γιάννη τον μπακάλη ένα τετράγωνο παρακεί και θα αγοράσω Φρεσκοντέτιες»
-«Σιγά να μην βάλω εγώ στο σπίτι του αντρούλη μου παρακατιανά προϊόντα», απαντά εκείνη με ένταση φωνής 92,7 ντεσιμπέλ, οπότε ενέδωσα…
-«Και γιατί δεν πάμε στο Diamond Hall, που είναι και 7 χλμ κοντύτερα», ενστάνθηκα…
-«Επειδή το Golden Mall, έχει αυτή την εβδομάδα προσφορές, εκπτώσεις με πιστώσεις και ξέρω, ότι δεν θα σου δώσουν αύξηση μισθού τα επόμενα 15 χρόνια, ανδρουλίνι μου, εξάλλου μην ξεχνάς, ότι εκεί έχει και περισσότερες θέσεις Parking», απαντά το γυναικάκι μου, και κάθε αμφισβήτηση της απόφασης της, ούτε στον Άρειο Πάγο δεν θα είχε δυνατότητες ανατροπής της…
Ως άλλος Ηρακλής αποδέχτηκα την αναγκαία πλήρωση του νέου μου άθλου και μετά μια ώρα οδήγησης για 9 χλμ. και 14 περιστροφές στο παρκινγκ κατάφερα να κομίσω καροτσάκι ψωνίων στην είσοδο καταναλωτικού ναού.
Αισθάνθηκα περίεργα να τσουλάω καροτσάκι χωρίς νεογνό μέσα, -τα τρία μας τσογλάνια τσουλάνε τώρα πεντακοσάρες και άνω μοτόρες- και δήλωσα στο στολίδι της ανδρικής μου τιμής –καλά ντε… κάτι παρεξηγήσεις με τον ταχυδρόμο και τον υδραυλικό τις ξέχασα-, ότι θα την περιμένω στο παγκάκι δίπλα στο σιντριβάνι, μέχρι να επανέλθει με τις οδοντόβουρτσες, ενεχειρίζοντας της καροτσάκι συν πιστωτική κάρτα, προβληματιζόμενος όμως τι άλλο να ενεχυριάσω για να αυξηθεί το πλαφόν μου.
Αμίλητοι οι συνκαθήμονες μου του παγκακίου με κάτι μούτρα μέχρι κάτω, που θα προτιμούσαν να λαμπικάρουν αυτοπροσώπως όλα τα δάπεδα των Mall και Hall της υφηλίου στην τιμή των αγορών των ετέρων ημίσεων τους, αναλογιζόμενοι ίσως, ότι μάλλον συμφέρουν οι εταίρες.
Καλά που πέρασε ο φίλος μου ο Θέμης και με προσκάλεσε να πιούμε καφέ σ ένα απ αυτά τα μοντέρνα των MallHall καφενεία, που καφεδάκι πίνεις, μα για κοκαΐνη πληρώνεις…
Κι εκεί που λέγαμε για ομάδες, γκολ και γκομενάκια, θυμήθηκε το φιλαράκι μου ο Θέμης, να θυμίσει στην γυναίκα του ν αγοράσει οδοντόβουρτσες…
Ξαφανίστηκε ο Θέμης –καλά ντε… στην λίστα των αγνοουμένων της μικρασιατικής καταστροφής δεν τον έβαλαν ακόμη-, πλήρωσα τις δήθεν κοκαΐνες (σόρρυ καφεΐνες) και εμφανίστηκε η συμβία μου μ ένα καροτσάκι φουσκωμένο υπερχείλως, που θα έπρεπε να νοικιάσω φουσκωτό, για να το τσουλήσει μέχρι το φιατάκι μας…
-«Δύο τις εκατό έκπτωση δίνανε σήμερα χαρά μου» μειδίασε η κυματοθραύστης του πορτοφολιού μου, «για αγορές από 200 Ευρώ και πάνω»…
-«Οδοντόβουρτσες αγόρασες ματάρες μου;;», ρωτάω την τύφλα της οικονομικής μας διαχείρισης.
-«Ε;;; Όχι! Να μην υποστηρίξουμε λιγάκι και την φαμελιά σου;;; Θα πας μετά στο ξαδελφάκι μας ν αγοράσεις. Και καλύτερη τιμή θα σου κάνει και θα τα γράψει στο τεφτέρι του!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου